- Εὐάνασσα
- Εὐάνασσαfem nom/voc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ευάνασσα — Εὐάνασσα, η (Α) επίθ. τής Δήμητρος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + άνασσα, θηλ. τού άναξ*] … Dictionary of Greek